Το βαρκί έμεινε πρώτη φορά μέσα χειμώνα έτσι τις ανοιξιάτικες μέρες που έκανε ο Φλεβάρης αποφασίσαμε να δοκιμάσουμε για καλαμάρια.
Βροχές έχει κάνει αρκετές και σύμφωνα με τους παλιούς ψαράδες τα καλαμάρια κανονικά έχουν γιαλώσει.
Έτσι φορέσαμε χοντρά μπουφάν σκουφάκια πήραμε και καφέδες και σαλπάραμε για τα γνωστά σημεία α Ο ήλιος μπορεί να'ταν στα φόρτε του όλη μέρα μα η ατμόσφαιρα ήταν παγωμένη σαν τις καρδιές μας ενόψει 2ου μνημονίου ένα πράμα.
Και'γω δεν είμαι και πολύ φίλος με το κρύο όσο λατρεύω τη ζέστη τόσο υποφέρω στο κρύο γιατί όλα τα άκρα παραμένουν μονίμως κρύα.
Έτσι φρόντισα να πάρω και γάντια αδιάβροχα για ν'αντέξω.
Η θάλασσα κρυστάλλινη μόνο η αύρα ίσα που τη χάιδευε και δημιουργούσε ένα ναζιάρικο νοχελικό κυματάκι.
Στην προβλήτα ψαράδες "νετάρανε" τα δίχτυα να'ναι έτοιμοι για την επόμενη ψαριά.
Ρίξαμε στα γνωστά σημεία και ενώ περιμένω το τσίμπημα του καλαμαριού το βλέμμα χάνεται στον αχνό ορίζοντα και στα πλεούμενα που ορίζουν τον ουρανό απ'τη θάλασσα.
Μπροστά μου υψώνεται ο Χαρασσώνας και πάνω στην κορφή του βουνού στέκεται ένα σπίτι μόνο του απομακρυσμένο εντελώς από τον πολιτισμό.
Όλα του τα παράθυρα βλέπουν τις κυκλάδες σαν μαργαριταρένιος κολιές στον ορίζοντα.
Ζηλεύω αυτό το σπίτι, θα'θελα να ζούσα εδώ στην εξορία να μην ακούω τίποτα να ζω στον κόσμο μου αγναντεύοντας κάθε μέρα τη θάλασσα σ'όλες τις μορφές της.
Και'νω εγώ αμίλητη απ'το κρύο απορροφημένη στις σκέψεις μου, χτυπάει καλαμάρι και βγάζει ο καπετάνιος το πρώτο.
Όσο πέφτει ο ήλιος τόσο παγώνουν και τα άκρα η τρίχα καθώς ανεβαίνει βρεγμένη αρχίζει και ποτίζει τα γάντια μου.
Ωστόσο πρέπει να βγάλω και'γω εφ'οσον "χτύπησαν" οπότε αδιαφορώ για το κρύο και επιμένω.
Και'κει που'μαι απορροφημένη, ένα γερό τσίμπημα με ξυπνά, αρχίζω να ανεβάζω σιγά-σιγά όταν το'χω έτοιμο να το βγάλω, του λέω ότι έχω καλαμάρι.
Πάνω που το βγάζω απ'το νερό φυσάει νερό και χάνεται στη θάλασσα.
Μένω με το καφτερό στο χέρι και την απογοήτευση στο πρόσωπο.
Ο ήλιος αρχίζει το ρομαντικό του ταξίδι ο ουρανός η θάλασσα λούζονται όλα με το μενεξεδί του χρώμα.
Βροχές έχει κάνει αρκετές και σύμφωνα με τους παλιούς ψαράδες τα καλαμάρια κανονικά έχουν γιαλώσει.
Έτσι φορέσαμε χοντρά μπουφάν σκουφάκια πήραμε και καφέδες και σαλπάραμε για τα γνωστά σημεία α Ο ήλιος μπορεί να'ταν στα φόρτε του όλη μέρα μα η ατμόσφαιρα ήταν παγωμένη σαν τις καρδιές μας ενόψει 2ου μνημονίου ένα πράμα.
Και'γω δεν είμαι και πολύ φίλος με το κρύο όσο λατρεύω τη ζέστη τόσο υποφέρω στο κρύο γιατί όλα τα άκρα παραμένουν μονίμως κρύα.
Έτσι φρόντισα να πάρω και γάντια αδιάβροχα για ν'αντέξω.
Η θάλασσα κρυστάλλινη μόνο η αύρα ίσα που τη χάιδευε και δημιουργούσε ένα ναζιάρικο νοχελικό κυματάκι.
Στην προβλήτα ψαράδες "νετάρανε" τα δίχτυα να'ναι έτοιμοι για την επόμενη ψαριά.
Ρίξαμε στα γνωστά σημεία και ενώ περιμένω το τσίμπημα του καλαμαριού το βλέμμα χάνεται στον αχνό ορίζοντα και στα πλεούμενα που ορίζουν τον ουρανό απ'τη θάλασσα.
Μπροστά μου υψώνεται ο Χαρασσώνας και πάνω στην κορφή του βουνού στέκεται ένα σπίτι μόνο του απομακρυσμένο εντελώς από τον πολιτισμό.
Όλα του τα παράθυρα βλέπουν τις κυκλάδες σαν μαργαριταρένιος κολιές στον ορίζοντα.
Ζηλεύω αυτό το σπίτι, θα'θελα να ζούσα εδώ στην εξορία να μην ακούω τίποτα να ζω στον κόσμο μου αγναντεύοντας κάθε μέρα τη θάλασσα σ'όλες τις μορφές της.
Και'νω εγώ αμίλητη απ'το κρύο απορροφημένη στις σκέψεις μου, χτυπάει καλαμάρι και βγάζει ο καπετάνιος το πρώτο.
Όσο πέφτει ο ήλιος τόσο παγώνουν και τα άκρα η τρίχα καθώς ανεβαίνει βρεγμένη αρχίζει και ποτίζει τα γάντια μου.
Ωστόσο πρέπει να βγάλω και'γω εφ'οσον "χτύπησαν" οπότε αδιαφορώ για το κρύο και επιμένω.
κλικ στη φωτό φαίνεται το καλαμάρι που την κοπανάει! |
Πάνω που το βγάζω απ'το νερό φυσάει νερό και χάνεται στη θάλασσα.
Μένω με το καφτερό στο χέρι και την απογοήτευση στο πρόσωπο.
Ο ήλιος αρχίζει το ρομαντικό του ταξίδι ο ουρανός η θάλασσα λούζονται όλα με το μενεξεδί του χρώμα.
Σε λίγο ανεβάζει και 2ο, εγώ αρχίζω τις προσευχές,δεήσεις σε θεούς,και θαλάσσια τελώνια να μου φέρουν πίσω το καλαμάρι που μου'φυγε!
Νιώθω το άλικο φως να ζεσταίνει τα παγωμένα άκρα, να φωτίζει την καρδιά με ελπίδα.
Η νύχτα τώρα παίρνει τη σκυτάλη αρχίζει και πέφτει δειλά δειλά ενώ οι προσπάθειές μου και οι δεήσεις μου, μάταιες!
Μαζί όμως με τον βασιλιά ήλιο που χάνεται η νύχτα προστάζει την αύρα να φέρει μαζί της τη παγωνιά που ταιριάζει με το σκοτάδι.
Τώρα τα χέρια η μύτη αρχίζουν και παγώνουν και καθώς δεν παίρνω τσιμπιά αρχίζω τη γκρίνια.
Δεν μένουμε πολύ κάτω απ'τον έναστρο ουρανό το κρύο δεν αντέχετε πια.
Στη προβλήτα ένα ζευγάρι ψαρεύει από στεριά καλαμάρια, τους πλησιάζω θέλοντας να μάθω αν πιάνουν.
Είχαν καλύτερη τύχη από μας 6μικρά και χωρίς έξοδα βενζίνας!
Δεν αξίζει η ταλαιπωρία και το κρύο για 2μόνο κομάτια.